Οι πίνακες του Γιώργου Κοσμιάδη, του μαθητή του Βαλεντίν Σερόβ
Ο Κοσμιάδης γεννήθηκε το 1886 στο Νάλτσικ (στον Καύκασο), σε μια οικογένεια με συνυφασμένες τις ελληνικές και ρωσικές ρίζες. Το 1916, η μοίρα πήγε τον Γιώργο Κοσμιάδη στην ουκρανική πόλη Ρίβνε, όπου έζησε 24 χρόνια, τα οποία θεώρησε τα καλύτερα χρόνια της ζωής του.
Στις 17 Σεπτεμβρίου 1939, η σοβιετική εξουσία έρχεται στη Δυτική Ουκρανία. Μαζί με τους "απελευθερωτές" είχε έρθει "ο καθαρισμός και η αποκάλυψη των τύπων της εχθρικής τάξης". Οι οικογένειες των μεταναστών εμπίπτουν στη στενή προσοχή των οργάνων της NKVD. Μεταξύ των άλλων ήταν και η οικογένεια του Κοσμιάδη. Το 1940 η οικογένεια εγκαταλείπει το Βολίν και πάει στη Γερμανία∙ εγκαταστάθηκε στο Αμβούργο, όπου ζούσαν οι συγγενείς της συζύγου του. Ο ηλικιωμένος ήδη άνδρας (ήταν πλέον 54 ετών), Γιώργος Κοσμιάδης ήταν γραφίστας της θεατρικής σκηνής «Θάλεια» και της Κρατικής Όπερας του Αμβούργου. Από το 1945, μετά τη συνταξιοδότησή του, εργαζόταν ως ελεύθερος καλλιτέχνης. Φιλοτεχνούσε τα έργα του με την τεχνική της τέμπερας, με τη συρραφή, με τα πινέλα και πολλά έργα δημιουργήθηκαν με την τεχνική της μονοτυπίας.
Ο Γιώργος Κοσμιάδης κάθε χρόνο από το 1940, διοργάνωνε τις δικές του εκθέσεις τέχνης στις καλλιτεχνικές αίθουσες, σε ιδιωτικά γκαλερί, μουσεία, σχολεία και σε τράπεζες στη Γερμανία (συνολικά 60 εκθέσεις).
Μετάφραση: Κίρα Βερεσάγκινα