Τραμπ, Brexit, και οι μύθοι για τον ουκρανικό εθνικισμό
Η νίκη του Τράμπ σαν ακόλουθο της τάσης που μαστίζει όλο το δυτικό κόσμο, και χαρακτηρίζεται από την ταχεία άνοδο των αντι-μεταναστευτικών, νατιβιστικών κομμάτων, τα οποία μέχρι πρόσφατα ανήκαν στις περιθωριοποιημένες, ακροδεξιές δυνάμεις.
Η Marine Le Pen πέρασε στην κορυφή της γαλλικής πολιτικής, ο Geert Wilders – της Ολλανδικής, οι Βρετανοί ψήφισαν για την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ – όλα αυτά δείχνουν μια σημαντική μετατόπιση του πολιτικού κεντρισμού προς τη δεξιά πλευρά του εθνικισμού.
Με φόντο τέτοιας μεταμόρφωσης του πολιτικού κλίματος στην πλειοψηφία χωρών του αναπτυγμένου κόσμου, η ουκρανική “εθνικιστική απειλή” δείχνει εντελώς διαφορετική. Τα τελευταία τρία χρόνια το Κρεμλίνο εξαπλώνει συνεχώς φήμες για την αυξανόμενη απειλή του ουκρανικού εθνικισμού. Όσο παράξενα αν φαίνεται, πολλοί τα πήραν στα σοβαρά, ἰδικά τα διεθνής μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι εκπρόσωποι της αναλυτικής κοινότητας. Ακολουθώντας τις αφηγήσεις του Κρεμλίνου, άθελά τους έριξαν τη σκιά στα υψηλά ιδανικά και στους ρεφορμιστικούς στόχους του Euromaidan, και συνέβαλαν στη δημιουργία αρνητικής αύρας γύρω από την Ουκρανία, ἀποξενώνοντας πολλούς από τους παραδοσιακούς συμμάχους της.
Από την αρχή της Επανάστασης Αξιοπρέπειας στην ουκρανική πολιτική σκηνή ἐμφανίστηκε σειρά καινούριων εθνικιστικών κομμάτων. Αλλά κανένα από αυτά δεν έγινε σοβαρή πολιτική δύναμη. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερά ότι το επίπεδο στήριξης των εθνικιστικών κομμάτων στην Ουκρανία δεν υπερβαίνει 6-8%. Και είναι απόλυτα σύμφωνο με τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών του 2014, όταν κανένα από τα εθνικιστικά κόμματα δεν πέρασε όριο του πέντε τοις εκατό. Στις προεδρικές εκλογές οι υποψήφιοι-εθνικιστές επίσης δεν παρουσίασαν σημαντικά αποτελέσματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο υποψήφιος για το προεδρικό αξίωμα εβραϊκής καταγωγής Βαντίμ Ραμπίνοβιτς, έτυχε περισσότερη ὑποστήριξη από όλους τους εθνικιστές μαζί.
Η ουκρανική κοινωνία βιώνει μια περίοδο της μετα-επαναστατικής εθνικής αφύπνισης, και την ίδια στιγμή αντιμετωπίζει τον πόλεμο για την ανεξαρτησία ενάντια στη Ρωσία. Αν τα εθνικιστικά κόμματα δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν, ακόμη και σε μια τέτοια τεταμένη ατμόσφαιρα, τότε πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι Ουκρανοί δεν πάσχουν από αυτή την ασθένεια. Τουλάχιστον όχι ακόμα.
Είναι απαραίτητο να αναλύσουμε τις προοπτικές των εθνικιστικών κομμάτων στην Ευρώπη. Σχεδόν όλοι τους υποστηρίζουν ενεργά τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, και αμαυρώνουν την Ουκρανία. Το Κρεμλίνο τους παρέχει οικονομική υποστήριξη και άλλες υπηρεσίες. Εκείνοι, με τη σειρά τους, δεν κουράζονται να υμνούν τον Πούτιν ως παράδειγμα του εθνικιστή ηγέτη, παρακολουθούν συνέδρια των Δεξιών Δυνάμεων, που διοργανώνονται στη Ρωσία, πρόθυμα συμφωνούν να είναι παρατηρητές στις εκλογές του υβριδικού πολέμου της Μόσχας. Με αυτό το φόντο καμία από τις εξέχουσες εθνικιστικές δυνάμεις της Ευρώπης δεν υποστήριξε την ουκρανική επανάσταση – μια πολύ παράξενη κατάσταση, με δεδομένη τις ἀτελείωτες δηλώσεις του Κρεμλίνου για τον ἀνεξέλεγκτο φασισμό της Ουκρανίας.
Στην πραγματικότητα, η Ουκρανία είναι πιθανών μια από τις λιγότερο εθνικιστική χώρα στην Ευρώπη σήμερα. Τη στιγμή που την ήπειρο πλημμυρίζει όλο και μεγαλύτερο κύμα του λαϊκιστικού εθνικισμού, η Ουκρανία παραμένει μια χώρα όπου εξακολουθεί να κυριαρχεί η πολιτική μετριοπάθεια – παρά τα τρία χρόνια της επανάστασης, τον πόλεμο και την οικονομική κρίση. Οι Ουκρανοί βρέθηκαν στο επίκεντρο του ολοκληρωτισμού του ΧΧΙ αιώνα, και απαρνούνται τον εξτρεμισμό. Οι εξωτερικοί αξιολογητές δεν θα πρέπει να συγχέουν την τρέχουσα διαδικασία του σχηματισμού της εθνικής ταυτότητας στην Ουκρανία, με τις απειλές της ακροδεξιάς, που παρουσιάζονται σε άλλες χώρες.
BY PETER DICKINSON ( Atlantic Council)
Μετάφραση της Γαλήνης Μασλιούκ
Πηγή: 1